Η είσοδος του κ. Φ. Αντωνόπουλου στο διαδικτυακό επιχειρείν διήρκεσε ένα χρόνο
The New York Times
Ηταν πριν από ένα χρόνο όταν ο Φώτης Αντωνόπουλος, επιτυχημένος σχεδιαστής ιστοσελίδων, αποφάσισε να ανοίξει ηλεκτρονική εταιρεία πώλησης προϊόντων ελιάς. Ευτυχώς, είχε ήδη άλλη δουλειά. Χρειάστηκε 10 μήνες για να συγκεντρώσει δεκάδες έγγραφα και σφραγίδες, μεταξύ άλλων για να αποδείξει ότι οι συνταξιοδοτικές εισφορές του ήταν εντάξει ώστε να ξεκινήσει. Ούτε αυτό, όμως, ήταν αρκετό: στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της υπό ίδρυσιν εταιρείας ζητήθηκε από το υπουργείο Υγείας να υποβάλουν ακτινογραφία πνευμόνων και δείγμα κοπράνων, εφόσον επρόκειτο για εταιρεία τροφίμων.
«Τώρα πια γελάω», παραδέχεται ο κ. Αντωνόπουλος, «όμως δεν θα ήταν τόσο αστείο αν δεν είχα μια πολύ καλή δουλειά με πολύ καλό μισθό. Θα ήταν ο απόλυτος εφιάλτης».
Με την ελληνική οικονομία να εισέρχεται σε τέταρτο έτος ύφεσης, οι επιχειρηματίες ζητούν να αντιστρέψουν την κατάσταση. Πέρυσι, τουλάχιστον 68.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις έκλεισαν, προκαλώντας απώλεια 135.000 θέσεων. Οι προβλέψεις για το 2012 είναι επίσης ζοφερές. Ομως, παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις της κυβέρνησης για βελτίωση, το κλίμα είναι πολύ κακό για επιχειρηματική δραστηριότητα. Σε πρόσφατη έκθεση με τίτλο «Η Ελλάδα σε 10 χρόνια», η McKinsey & Company περιγράφει την ελληνική οικονομία ως «χρονίως πάσχουσα από δυσμενείς συνθήκες για τις επιχειρήσεις». Οι νέες εταιρείες αντιμετωπίζουν τεράστια γραφειοκρατία, περίπλοκα διοικητικά και φορολογικά συστήματα και αντικίνητρα στις διαδικασίες.
Η ιστορία του κ. Αντωνόπουλου και της OliveShop. com τον έχει κάνει διάσημο -αν και χωρίς τη θέλησή του. Ο ίδιος είχε ελπίσει ότι η εμπειρία του θα ενθάρρυνε άλλους νεαρούς Ελληνες να ιδρύσουν δική τους διαδικτυακή επιχείρηση. Ωστόσο, η ιστορία του απλώς θυμίζει πόσο δρόμο έχει ακόμα η Ελλάδα για να γίνει χώρα που ενθαρρύνει τα νέα εγχειρήματα. Το ηλεκτρονικό εμπόριο είναι σχετικώς καινούριο στην Ελλάδα, παρότι αναπτύσσεται. Ομως, οι διαδικτυακές επιχειρήσεις με διεθνείς πωλήσεις είναι τόσο σπάνιες ώστε όταν ο κ. Αντωνόπουλος αναζήτησε βοήθεια για τις διασυνοριακές πληρωμές, τρεις διαφορετικές ελληνικές τράπεζες φάνηκαν ανίκανες να συλλάβουν τι εννοούσε. Πριν συμφωνήσουν να ενεργήσουν ως οίκοι εκκαθάρισης πιστωτικών καρτών, επέμειναν ότι κάποια σημεία στον ιστότοπο της OliveShop -συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής μάρκετινγκ και ιδιωτικότητας της εταιρείας- έπρεπε να είναι γραμμένα αποκλειστικά στα ελληνικά. Ακόμα κι όταν ο κ. Αντωνόπουλος προσπάθησε να εξηγήσει πως οι πελάτες του δεν ήξεραν τη γλώσσα. Εντέλει, στράφηκε στο PayPal και σε 10 λεπτά είχε ό, τι χρειαζόταν για να ξεκινήσει.
Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι καινούριο για τον Βασίλη Κορκίδη, πρόεδρο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου. «Τα έχω δει όλα», τονίζει και προσθέτει ότι εν μέρει το πρόβλημα του κ. Αντωνόπουλου ήταν πως δεν έδειξε προθυμία να πληρώσει το «γρηγορόσημο» για να προχωρήσει την υπόθεσή του. Ο κ. Κορκίδης δεν είναι ούτε ένθερμος οπαδός των πρόσφατων κυβερνητικών προσπαθειών για βελτίωση της κατάστασης. Δείχνει ένα φυλλάδιο του υπουργείου Ανάπτυξης, που εξηγεί το νέο πρόγραμμα «one-stop shop» για τις νέες επιχειρήσεις. «Και πάλι πρέπει να συγκεντρώσεις 10 έγγραφα», εξηγεί.
Στα 36 χρόνια του, ο κ. Αντωνόπουλος είναι ένας κλασικός «κομπιουτεράς» με μακριά μαλλιά και πλατύ χαμόγελο. Είναι επικεφαλής ψηφιακής καινοτομίας στην Atcom, εταιρεία παραγωγής λογισμικού. Πιστεύει πως η υψηλή τεχνολογία και το Internet μπορούν να γίνουν «πύλη μετάβασης από τη δυστυχία στην επιτυχία» για την Ελλάδα. Ηλπιζε πως η OliveShop. com θα γινόταν περιπτωσιολογική μελέτη που θα έδειχνε πως οι νέοι στην Ελλάδα, ιδίως οι εξοικειωμένοι με τους υπολογιστές, δεν χρειάζεται να εγκαταλείψουν τη χώρα για να βρουν δουλειά. Εστιάζοντας στην προώθηση ελαιολάδου, ξύλου ελιάς και καλλυντικών με βάση το λάδι, επικεντρώνεται σε μια κατηγορία προϊόντων που σύμφωνα με πολλούς ειδικούς θα έκαναν πολύ καλό στην Ελλάδα. Η έκθεση της ΜcKinsey, π. χ., γράφει πως η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο, αλλά εξάγει το 60% της παραγωγής της στην Ιταλία «χύμα». Ετσι, η Ιταλία μπορεί να δρέπει ένα επιπλέον 50% επί της τιμής του τελικού προϊόντος.
Ωστόσο, η είσοδος του κ. Αντωνόπουλου στο ηλεκτρονικό επιχειρείν συνάντησε προβλήματα σχεδόν από την αρχή. Το δύσκολο, όπως παραδέχεται, δεν ήταν να βρει βραβευμένο ελαιόλαδο ούτε να πείσει τους αγρότες ότι έπρεπε να βρουν πιο όμορφες φιάλες. Ο εφιάλτης ήταν να βρει μικρή αποθήκη στην Αθήνα. Στην πόλη δεν επιτρέπονται αποθήκες. Αναγκάστηκε να εγκατασταθεί σε κατάστημα με βιτρίνα και να καλύψει το τζάμι. Οπως και να συγκεντρώσει ατέλειωτα έγγραφα, με τον ίδιο και τους τρεις συνεταίρους του να περιμένουν στις ουρές εκ περιτροπής. Το χειρότερο, σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν όταν εκπρόσωποι δύο υπηρεσιών ήλθαν να επιθεωρήσουν το κατάστημα και διαφώνησαν για τη νομιμότητα μιας κυκλικής σκάλας.
Ο κ. Αντωνόπουλος παραδέχεται ότι το τέλος της ιστορίας του είναι καλό. Η εταιρεία του, που λειτουργεί μόλις πέντε μήνες, έχει ήδη στείλει προϊόντα στις ΗΠΑ, την Αργεντινή, την Αυστραλία, την Ιαπωνία, ακόμα και τη Μογγολία, και καλύπτει το κόστος της. «Επίκεντρο της ιστορίας δεν μπορεί να είναι το δείγμα κοπράνων», λέει. «Τα καταφέραμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου